Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

μαρμαρο-φεγγής

См. также в других словарях:

  • ηεροφεγγής — ἠεροφεγγής, ές (Α) ήεροφαής*, αυτός που λάμπει στον αέρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ηερο , ιων. τ. τού αερο (< αήρ, πρβλ. ιων. γεν. ηέρος) + φεγγής (< φέγγος), πρβλ. μαρμαρο φεγγής, χρυσο φεγγής] …   Dictionary of Greek

  • χιονοφεγγής — ές, ΜΑ αυτός που λάμπει σαν χιόνι. [ΕΤΥΜΟΛ. < χιών, χιόνος + φεγγής (< φέγγος), πρβλ. μαρμαρο φεγγής, χρυσο φεγγής] …   Dictionary of Greek

  • ουρανοφεγγής — οὐρανοφεγγής, ές (Μ) αυτός που φέγγει στον ουρανό ή από τον ουρανό. [ΕΤΥΜΟΛ. < ουρανο * + φεγγής (< φέγγος), πρβλ. μαρμαρο φεγγής] …   Dictionary of Greek

  • χρυσοφεγγής — και χρυσεοφεγγής, ές, Α αυτός που λάμπει σαν χρυσάφι. [ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο) * / χρυσεο + φεγγής (< φέγγος), πρβλ. μαρμαρο φεγγής] …   Dictionary of Greek

  • μαρμαροφεγγής — μαρμαροφεγγής, ές (Α) (ιδίως για τα δόντια) 1. αυτός που λάμπει, που αστράφτει σαν μάρμαρο 2. αυτός που είναι λευκός σαν το χιόνι, ο κάτασπρος («στόματος παῑδες μαρμαροφεγγεῑς», Τιμόθ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < μάρμαρος + φεγγής (< φέγγω), πρβλ. αστρο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»