Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

μάκ-τρα

См. также в других словарях:

  • λούτρα — Ονομασία δέκα οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 390 μ., 55 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριχωνίδος του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται στο ανατολικό άκρο του νομού. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Παρακαμπυλίων. 2. Ακατοίκητος οικισμός στην… …   Dictionary of Greek

  • Βιετνάμ — Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας.Συνορεύει Β με την Κίνα, Δ με την Καμπότζη και το Λάος, ενώ Α και Ν βρέχεται από τη Νότια Θάλασσα της Κίνας, και πιο συγκεκριμένα από τον Κόλπο του Τονκίν ΒΑ, τον Κόλπο της Ταϊλάνδης ΝΔ και στην υπόλοιπη… …   Dictionary of Greek

  • μάκτρα — μάκτρα, ἡ (Α) 1. ξύλινη και σπανίως λίθινη σκάφη για ζύμωμα, ζυμωταριά 2. γουδί για κονιοποίηση φαρμάκων. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μακ τού μάσσω «ζυμώνω, μαλάσσω» + επίθημα τρα (πρβλ. πλέκ τρα)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»