Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

μάγῑρος

См. также в других словарях:

  • μάγιρος — μάγιρος, ὁ (Α) (δωρ. τ.) βλ. μάγειρος …   Dictionary of Greek

  • μάγειρος — και μάγερος και μάγειρας και μάγερας, ο, θηλ. μαγείρισσα και μαγέρισσα (AM μάγειρος, θηλ. μαγείρισσα, Α δωρ. τ. μάγιρος, αιολ. τ. μάγοιρος, θηλ. μαγείραινα, Μ και μάγειρας και μάγερας) αυτός που παρασκευάζει φαγητά, που έχει έργο να μαγειρεύει (α …   Dictionary of Greek

  • maĝ- —     maĝ     English meaning: to press; to knead     Deutsche Übersetzung: “kneten, drũcken, streichen”     Material: Gk. μαγῆναι, μεμαγμένη to μάσσω (to present s. menǝk “knead”), μογεύς “the Knetende”, μαγίς f. “geknetete mass”, μάγειρος… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»