Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

μάγγᾰν-ον

См. также в других словарях:

  • μηχανάριος — και μηχανάρις και μηκαν <άρ> ιος, ὁ (Α) μηχανικός, ιδίως για κατασκευή ή επιστασία αρδευτικών μηχανών. [ΕΤΥΜΟΛ. < μηχανή + κατάλ. άριος (πρβλ. μαγγαν άριος)] …   Dictionary of Greek

  • πηλαμυδεία — ἡ, Α ψάρεμα παλαμίδας. [ΕΤΥΜΟΛ. < πηλαμύς, ύδος + κατάλ. εια (πρβλ. μαγγαν εία)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»