Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

λᾶν

См. также в других словарях:

  • Λᾶν — Λής masc gen pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λᾶν — λάω 1 pres part act masc voc sg (doric aeolic) λάω 1 pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) λάω 1 pres part act masc nom sg (doric aeolic) λᾶ̱ν , λάω 1 pres inf act (epic doric) λάω 1 pres inf act (attic doric) λάω 1 imperf ind act 3rd… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μάρμπουργκ-αν-ντερ-Λαν — (Marburg an der Lahn). Πόλη (περ. 80.000 κάτ.) της Γερμανίας, στο κρατίδιο Έσεν. Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Λαν. Ιδρύθηκε κατά το τέλος του 12ου αι. και το 1227 είχε καθεστώς κοινότητας, χάρη στη χάρτα που της παραχώρησε ο Λουδοβίκος… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • συλᾶν — σῡλᾶν , σύλη the right of seizing the ship fem gen pl (doric aeolic) σῡλᾶν , συλάω strip off pres part act masc voc sg (doric aeolic) σῡλᾶν , συλάω strip off pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) σῡλᾶν , συλάω strip off pres part… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προστιλᾶν — προστιλάω befoul with dung pres part act masc voc sg (doric aeolic) προστιλάω befoul with dung pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) προστιλάω befoul with dung pres part act masc nom sg (doric aeolic) προστιλᾶ̱ν , προστιλάω befoul with …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀποσυλᾶν — ἀποσυλάω strip off spoils from pres part act masc voc sg (doric aeolic) ἀποσυλάω strip off spoils from pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) ἀποσυλάω strip off spoils from pres part act masc nom sg (doric aeolic) ἀποσυλᾶ̱ν , ἀποσυλάω… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Έσεν — I (Hessen). Ομοσπονδιακό κρατίδιο (21.114 τ. χλμ., 6.077.826 κάτ. το 2001) της Γερμανίας, στην κεντρική ζώνη της χώρας. Κατά τα μέσα του 13ου αι. το Έ. ήταν ήδη ανεξάρτητο και, μολονότι είχε διαμορφωθεί σε αδιαίρετο λανδγραβάτο, διαμελίστηκε… …   Dictionary of Greek

  • HYLAS — I. HYLAS Pyladis Pantomimi illius celebris, qui iuxta Bathyllum sub Aug. floruit, discip. cum canticum quoddam saltaret, cuius clausula erat, τὸν μέγαν Α᾿γαμέμνονα, sublimem ingentemque se faciebat, ut verba illa exprimeret, Non tulit hoc Pylades …   Hofmann J. Lexicon universale

  • LAS — Laconum urbs. Lycophron in Cassandra: Καὶ Λᾶν περήσεις, ubi Schol. Λᾶν, πόλιν Λακεδαίμονος, ἣν Ο῞μηρος Λάαν φησι. Paus. inter Eleutherolaconum urbes ponit, posteaque 10. stad. abfuisle a mari dicit. Lasa vulgo. Vide La …   Hofmann J. Lexicon universale

  • ρήνος — (Rhein γερμανικά, Rhin γαλλικά, Rijn ολλανδικά). Ποταμός της κεντρικής Ευρώπης, που έχει συνολικό μήκος 1326 χλμ. και λεκάνη απορροής 225.000 τ. χλμ. Ο Ρ. είναι ένας από τους μεγαλύτερους και σημαντικότερους ποταμούς της Ευρώπης, φορέας… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»