Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κάσσυμα

См. также в других словарях:

  • κάσσυμα — κάσσῡμα , κάσσυμα anything stitched of leather neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κάσσυμα — το βλ. κάττυμα …   Dictionary of Greek

  • Антоний I (Патриарх Константинопольский) — Патриарх Антоний I Αντώνιος Α΄ 82 й Константинопольский патриарх январь 821   январь 837 …   Википедия

  • κάττυμα — το (ΑΜ κάττυμα, Α και κάσσυμα) [καττύω] πέλμα υποδήματος από σκληρό δέρμα, η σόλα («προσερραμένα τοῑς ὑποδήμασι καττύματα», Λιβάν.) νεοελλ. κομμάτι από δέρμα που αντικαθιστά φθαρμένη σόλα μσν. μπάλωμα αρχ. 1. είδος ελαφρών υποδημάτων 2. είδος… …   Dictionary of Greek

  • κασσυμάτων — κασσῡμάτων , κάσσυμα anything stitched of leather neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσύματα — κασσύ̱ματα , κάσσυμα anything stitched of leather neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κασσύματος — κασσύ̱ματος , κάσσυμα anything stitched of leather neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καττυμάτων — καττῡμάτων , κάσσυμα anything stitched of leather neut gen pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καττύμασι — καττύ̱μασι , κάσσυμα anything stitched of leather neut dat pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καττύμασιν — καττύ̱μασιν , κάσσυμα anything stitched of leather neut dat pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καττύματα — καττύ̱ματα , κάσσυμα anything stitched of leather neut nom/voc/acc pl (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»