Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κτιστύς

См. также в других словарях:

  • κτιστύς — κτιστύς, ύος, ἡ (Α) ιων. τ. η κτίση. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. κτισ τού κτίζω + κατάλ. τύς (πρβλ. γελασ τύς, κρεμβολιασ τύς)] …   Dictionary of Greek

  • κτιστύς — κτιστύ̱ς , κτιστύς fem acc pl κτιστύς fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κτιστύν — κτιστύς fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • -τυς — τυος, Α αρχαϊκό καταληκτικό σύστημα ρηματικών ονομάτων, δηλωτικών τού ποιού ενεργείας συνωνύμων τών θηλ. σε σις (πρβλ. βιβρώσκω: βρω τύς «βρώση», ἀλαόω: ἀλαω τύς «τύφλωση», βοάω: βοη τύς «βοή»). Η κατάληξη ανάγεται στην Ινδοευρωπαϊκή * tu /* tw… …   Dictionary of Greek

  • κτίζω — και χτίζω (AM κτίζω) 1. (για πόλη) ανεγείρω, ιδρύω, θεμελιώνω (α. «κτιζομένη πόλις», Φιλόδ. β. «ο Μέγας Αλέξανδρος έκτισε την Αλεξάνδρεια» γ. «Πάμμιλον πέμψαντες Σελινοῡντα κτίζουσι», Θουκ. δ. «Σμύρνην τὴν ἀπὸ Κολοφώνος κτισθεῑσαν», Ηρόδ.) 2.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»