Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

κρετ

См. также в других словарях:

  • κράτος — Η συνολική οργάνωση μιας κοινωνίας και η υπαγωγή της σε ένα σύστημα δικαίου, το οποίο αφορά έναν συγκεκριμένο λαό και ένα επίσης συγκεκριμένο εδαφικό πλαίσιο. Το κ. συνδέεται πάντοτε με το δίκαιο, που είναι δημιούργημα και δημιουργός του. Η… …   Dictionary of Greek

  • Ιούρας — (Jura). Οροσειρά της κεντρικής Ευρώπης, που εκτείνεται κυρίως στη Γαλλία και στην Ελβετία και σε ένα μικρότερο τμήμα της στη Γερμανία. Ο γαλλοελβετικός Ι., που περιβάλλεται από τον Ροδανό και τον Ρήνο, αποτελείται από πετρώματα, η ηλικία των… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»