Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κοχλιοειδής

См. также в других словарях:

  • κοχλιοειδής — spiral masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοχλιοειδής — ές (AM κοχλιοειδής, ές) αυτός που μοιάζει με κοχλία, ελικοειδής, σπειροειδής. επίρρ... κοχλιοειδώς (AM κοχλιοειδῶς) σπειροειδώς. [ΕΤΥΜΟΛ. < κοχλίας + ειδής (< εἶδος)] …   Dictionary of Greek

  • κοχλιοειδῆ — κοχλιοειδής spiral neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) κοχλιοειδής spiral masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) κοχλιοειδής spiral masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοχλιοειδεῖς — κοχλιοειδής spiral masc/fem acc pl κοχλιοειδής spiral masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοχλιοειδές — κοχλιοειδής spiral masc/fem voc sg κοχλιοειδής spiral neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοχλιοειδοῦς — κοχλιοειδής spiral masc/fem/neut gen sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοχλιοειδῶν — κοχλιοειδής spiral masc/fem/neut gen pl (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κοχλιοειδῶς — κοχλιοειδής spiral adverbial (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • LABYRINTHUS — locus multis viarum ambagibus inflexus. Quatuor autem praecipuos fuisse Labyrinthos docet Plin. l. 5. c. 9. et l. 36 c. 13. Creticum a Daedalo factum Aegyptium Psammetichi opus Lemnium columnarum nitore iusignem, ac Italicum a Porsena Hetruscorum …   Hofmann J. Lexicon universale

  • -ειδής — ές (είδος*) β συνθετικό επιθέτων και απλή παραγωγική κατάληξη, που δηλώνει ότι το ουσιαστικό το οποίο προσδιορίζεται από το επίθετο έχει τη μορφή που δηλώνει το α συνθετικό. Εμφανίζεται σε μεγάλο αριθμό σύνθετων λέξεων στη Νέα Ελληνική, έναντι… …   Dictionary of Greek

  • κοχλίας — I (Ανατ.). Δομή του εσωτερικού αφτιού. Αποτελείται από έναν ελικοειδή σωλήνα που μοιάζει με κοχλία και διαιρείται σε τρία τμήματα, γεμάτα με υγρό (περιλέμφος). Τα δύο από αυτά αποτελούν κανάλια για τη μετάδοση της υδραυλικής πίεσης και το τρίτο… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»