Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κορδακίζω

См. также в других словарях:

  • κορδακίζω — dance the pres subj act 1st sg κορδακίζω dance the pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορδακίζω — (Α κορδακίζω) [κόρδαξ] νεοελλ. (ενεργ. και μέσ.) εμφανίζομαι ντυμένος άσεμνα, ασχημονώ αρχ. χορεύω τον κόρδακα, άσεμνο χορό …   Dictionary of Greek

  • κορδακίζει — κορδακίζω dance the pres ind mp 2nd sg κορδακίζω dance the pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορδακίζειν — κορδακίζω dance the pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορδακίζοντος — κορδακίζω dance the pres part act masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορδακίζων — κορδακίζω dance the pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορδακίσαντος — κορδακίζω dance the aor part act masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκορδάκιζε — κορδακίζω dance the imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐκορδάκιζεν — κορδακίζω dance the imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κορδάκισμα — το (Α κορδάκισμα) [κορδακίζω] νεοελλ. άσεμνη, απρεπής εμφάνιση αρχ. το να χορεύει κάποιος τον κόρδακα …   Dictionary of Greek

  • κορδακισμός — ο (Α κορδακισμός) [κορδακίζω] κορδάκισμα, άσεμνος χορός, απρεπής κίνηση …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»