-
1 από κοντά
-
2 παρ-αγγέλλω
παρ-αγγέλλω (der aor. II. παρήγγελε bei Her. 9, 53 ist zw., u. Xen. An. 3, 4, 14 hat Krüger dafür παρήγγελλε aufgenommen), eigtl. daneben od. zu einem Andern hinmelden, öffentlich bekannt machen, verkünden lassen; von den Feuerzeichen, welche eine Botschaft fortpflanzen, Aesch. Ag. 280. 285. 307; πεζᾦ παραγγείλας ἄφαρ στρατεύματι, Pers. 461; τοῖς ἄρχουσι παραγγέλλει ὁ ϑεός, ὅπως, Plat. Rep. III, 415 b, vgl. Phaed. 59 e; c. inf., παραγγέλλοντες τῷ πατρὶ τῷ σῷ σε ἐν μουσικῇ παιδεύειν, Crit. 50 d; ἐπειδὰν αὐτοῖς παραγγείλω πίνειν τὸ φάρμακον, Phaed. 116 c; bes. befehlen, was geschehen soll, ermuntern, antreiben, ἵππους, Theogn. 998; φίλα ἑκόντι πράσσειν, Soph. Phil. 1163; παρασκευὴν σίτου, Her. 3, 25; c. inf., 8, 70. 9, 53; bes. vom Commando der Soldaten, wie Xen. Cyr. 6, 3, 27 u. öfter; παραγγέλλει εἰς τὰ ὅπλα, An. 1, 5, 13, unter die Waffen rufen; vgl. auch Eur. Heracl. 824 ἄναξ στρατῷ παρήγγειλ' οἷα χρὴ τὸν εὐγενῆ; u. pass., τὰ παραγγελλόμενα ὀξέως δεχόμενοι, Thuc. 2, 11, vgl. 1, 121; dem τεταγμένα entsprechend, Xen. Cyr. 1, 2, 5; παρήγγελται, Plat. Conv. 180 c; Πολεμάρχῳ παρήγγειλαν οἱ τριά-κοντα τὸ ἐπ' ἐκείνων εἰϑισμένον παράγγελμα, πίνειν κώνειον, Lys. 12, 17; ἅπαντας παραγγέλλεις εἰς τὸν κατάλογον, Alle aufrufen, sich in die Soldatenliste einschreiben zu lassen, Luc. parasit. 40; Sp.; – ankündigen, παρηγγέλλετο δὲ ἐπ' αὐτὸν ἤδη στρατεία, Aesch. 3, 65, vgl. 90; – lehren, ermahnen, N. T. – Auch verabreden, παρηγγείλαμεν ἀλλήλοις ἥκειν ὡς πρωϊαίτατα εἰς τὸ εἰωϑός, Plat. Phaed. 59 e; bes. die Freunde zu Etwas aufbieten, τοῖς φίλοις, Lys. 1, 42, vgl. 41; Dem. prooem. 55 vrbdt ἐνοχλεῖν καὶ παραγγέλλειν, wofür 21, 4 ὅσῳ πλείοσιν ἠνώχληκε καὶ περιήγγελκεν, mit Buttm. παρήγγελκεν zu lesen; bes. um Etwas zu erlangen; daher sich um ein Amt bewerben, ἀρχήν, D. Hal. 11, 61; Plut. Crass. 21 u. öfter; auch εἰς ὑπατείαν, Caes. 13; οἱ παραγγέλλοντες ἄρχειν, qu. Rom. 49.
См. также в других словарях:
κοντά — (I) (Μ κοντά) επίρρ. 1. (τοπικό) πλησίον, εγγύς, δίπλα («μένει κοντά στη μητέρα της») 2. (χρονικό ή ποσοτικό) σχεδόν, περίπου (α. «είναι κοντά πέντε μέρες που περιμένω την απάντησή σου» β. «η συνεδρίαση τελείωσε κοντά στα ξημερώματα») νεοελλ. 1.… … Dictionary of Greek
κοντά — επίρρ. τοπ. 1. πλησίον, σιμά: Το σπίτι του είναι κοντά στο σχολείο. 2. περίπου, σχεδόν: Είναι κοντά τρεις μέρες τώρα που βρέχει συνέχεια. 3. σε σύγκριση, μπροστά σε κάτι: Αυτό δεν είναι τίποτα κοντά σ αυτό που είδα εγώ … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
κόντα — η μουσ. 1. καταληκτικό πέρασμα, στη μουσική σύνθεση, βασισμένο στην επιμήκυνση ή στην εκ νέου ανάπτυξη ενός έργου ή ενός τμήματός του 2. ειδικά καλλωπισμένο μελισματικό υλικό για να υπογραμμιστούν περισσότερο οι καταλήξεις τών πολυφωνικών… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
Ιράκ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ιράκ Έκταση: 437.072 τ. χλμ. Πληθυσμός: 24.001.816 (2002) Πρωτεύουσα: Βαγδάτη (4.478.000 κάτ. το 1995)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με την Τουρκία, στα Δ με τη Συρία και την… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… … Dictionary of Greek