-
1 κοινο-γονία
κοινο-γονία, ἡ, gemeinschaftliche Zeugung verschiedener Gattungen, wie des Pferdes u. Esels, Plat. Polit. 265 d, Ggstz ἰδιογονία.
-
2 κοινογονία
κοινο-γονία, ἡ,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κοινογονία
-
3 κοινογονία
κοινο-γονία, ἡ, gemeinschaftliche Zeugung verschiedener Gattungen, wie des Pferdes u. Esels, Ggstz ἰδιογονία -
4 κοινογονια
Перевод: со всех языков на все языки
со всех языков на все языки- Со всех языков на:
- Все языки
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
- Русский