Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

κογχυλευτική

См. также в других словарях:

  • κογχυλευτικαῖς — κογχυλευτική trade of murex fishing fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κογχυλευτικῆς — κογχυλευτική trade of murex fishing fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κογχυλευτικός — κογχυλευτικός, ή, όν (AM) [κογχυλευτής] 1. αυτός που ανήκει στην αλιεία κοχυλιών ή είναι κατάλληλος γι αυτήν 2. το θηλ. ως ουσ. ἡ κογχυλευτική η τέχνη τής αλιείας κοχυλιών …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»