Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

κιστίδιον

См. также в других словарях:

  • κιστίδιον — κιστίδιον, τὸ (Α) μικρό κιβώτιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < κίστη + υποκορ. κατάλ. ίδιον (πρβλ. ζωμ ίδιον, χοιρ ίδιον)] …   Dictionary of Greek

  • κιστίδια — κιστίδιον basket neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κίστη — Καλάθι ή κιβώτιο κυλινδρικού σχήματος το οποίο χρησιμοποιούσαν κατά την αρχαιότητα. Η κ. ήταν κατασκευασμένη είτε από κλαδιά πλεγμένα μεταξύ τους είτε από ξύλο ή μέταλλο ή ελεφαντόδοντο. Χρησίμευε για τη φύλαξη λαχανικών, καρπών και άλλων τροφών …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»