-
1 κεύθεα
κεύ̱θεα, κεῦθοςthe depths: neut nom /voc /acc pl (epic ionic) -
2 κεῦθος
κεῦθος, τό, = κευϑμών; bes. κεύϑεα γαίης, die verborgenen Tiefen der Erde, der innerste Erdschoß, Il. 22, 482 Od. 24, 204; Hes. Th. 300. 334; pind. N. 10, 56; Aesch. Eum. 989; κελαινὸν εἴ τι κεῠϑος ἔστι που Suppl. 759; κεῦϑος νεκύων Soph. Ant. 812, die Gruft. – Auch οἴκων, Eur. Alc. 875, wie νηοῦ, Mus. 119, das innerste Heiligthum; – πόντου, Opp. Hal. 4, 607.
-
3 κατορουω
-
4 κεῦθος
1 hollow ἁμέραν τὰν μὲν παρὰ πατρὶ φίλῳ Δὶ νέμονται, τὰν δ' ὑπὸ κεύθεσι γαίας ἐν γυάλοις Θεράπνας (sc. Διόσκουροι) N. 10.56 κευθεα[ ?fr. 334a. 12. -
5 κεῦθος
A = κευθμών, ὑπὸ κεύθεσι γαίης in the depths of the earth, Il.22.482, Od.24.204, Hes.Th. 300, cf. Pi.N.10.56, A.Eu. 1036 (lyr.): in sg., κ. [Ἀπίας χθονός] Id.Supp. 778 (lyr.), cf. Epic. in Arch.Pap.7.7;κ. νεκύων S.Ant. 818
(anap.); κ. οἴκων the innermost chambers, like μυχός, E.Alc. 872 (lyr.); κεύθεα νηοῦ, = ἄδυτον, Musae.119;κ. πόντου Opp.H.4.607
. -
6 κεῦθος
κεῦθος, τό,; bes. κεύϑεα γαίης, die verborgenen Tiefen der Erde, der innerste Erdschoß; κεῦϑος νεκύων, die Gruft. Auch οἴκων, das innerste Heiligtum
См. также в других словарях:
κεύθεα — κεύ̱θεα , κεῦθος the depths neut nom/voc/acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κεύθος — κεῡθος, τὸ (Α) [κεύθω] κευθμών*, κρυψώνας, βάθος, άδυτο, ενδότερο σημείο (α. «ὑπὸ κεύθεσι γαίης» στα βάθη τής γης, Ομ. Ιλ. β. «κεῡθος οἴκων» τα εσωτερικά δωμάτια τών σπιτιών, Ευρ. γ. κεῡθος πόντου» τα βάθη τής θάλασσας, Οππ. δ. «κεύθεα νηοῡ» το… … Dictionary of Greek