-
1 κατ-αστράπτω
κατ-αστράπτω, herabblitzen; τοῦ κατ' ἄκρον Οἰταῖον νάπος Διὸς καταστράπτοντος Soph. Trach. 437; impers., Plut. Galb. 23; mit dem Blitze niederschmettern, τινά, Themist. or. 27 p. 338 d; blenden, τὰς ὄψεις Plut. Timol. 28; mit Glanz erfüllen, ἐπιχρύσοις ὅπλοις τὸ πεδίον Hel. 9, 14; a. Sp.
-
2 ἀστράπτω
Aἀστράπτεσκον Mosch.2.86
: [tense] fut.ἀστράψω Cratin.53
, Nonn.D.33.376: [tense] aor.ἤστραψα Il.17.595
, etc.:—lighten, hurl lightnings, freq. of omens sent by Zeus,ἀστράπτων ἐπιδέξι' Il.2.353
; ; ; ;οὑλύμπιος ἤστραπτεν, ἐβρόντα Ar.Ach. 531
, cf. V. 626.2 impers., ἀστράπτει it lightens, ἤστραψε it lightened,οὐρανοῦ δ' ἄπο ἤστραψε S.Fr. 578
, cf. Arist.Rh. 1392b27.II flash or glance like lightning, (lyr.); κατάχαλκον ἀ. πεδίον gleams with brass, E.Ph.III; soἀ. χαλκῷ X. Cyr.6.4.1
; of the face,εἶδον τὴν ὄψιν.. ἀστράπτουσαν Pl.Phdr. 254b
;ἀ. τοῖς ὄμμασι X.Cyn.6.15
; of flowers, bright,Nic.
Fr.74.64: c. acc. cogn., ἐξ ὀμμάτων δ' ἤστραπτε.. σέλας (sc. Τυφών) flashed flame from his eyes, A.Pr. 358;ἵμερον ἀστράπτουσα κατ' ὄμματος AP12.161
(Asclep.), cf. Mosch. l.c.;ἤστραψε γλυκὺ κάλλος AP12.110
(Mel.).2 of persons, to be brilliant, conspicuous,ἔν τινι Opp.C.1.361
,2.23.III trans., consume with lightning, dub. in Cratin.53.2 illuminate, τι Musae.276.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀστράπτω
-
3 καταστράπτω
A hurl down lightning, flash lightning,κατ' Οἰταῖον νάπος S.Tr. 437
: abs., καταστράπτει it lightens, Plu.Galb.23.II trans., strike with lightning, dazzle,τὰς ὄψεις Id.Tim.28
; τινα Them. Or.27.337d;τινὰ τῷ κάλλει Hld.1.21
; ὅπλοις κ. τὸ πεδίον make it gleam with arms, Id.9.14.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταστράπτω
-
4 καταστράπτω
κατ-αστράπτω, herabblitzen; mit dem Blitze niederschmettern; blenden; mit Glanz erfüllen -
5 καταστραπτω
1) метать молнииπρὸς σὲ τοῦ Διὸς καταστράπτοντος Soph. — заклинаю тебя мечущим молнии Зевсом;
καταστράπτει impers. Plut. — (молния) сверкает2) ослеплять молнией(τὰς ὄψεις Plut.)
См. также в других словарях:
σπινθηριστής — Ηλεκτρική διάταξη παραγωγής σπινθήρων. Αποτελείται βασικά από δύο ηλεκτρόδια, συνήθως μορφής ακίδας, μεταξύ των οποίων εκσπά ηλεκτρικός σπινθήρας, όταν η ηλεκτρική τάση που εφαρμόζεται σ’ αυτά υπερβεί μια ορισμένη τιμή, εξαρτώμενη από την… … Dictionary of Greek