Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

κατα-καίριος

См. также в других словарях:

  • καιρός — Αρχαιοελληνική θεότητα, προσωποποίηση της ευκαιρίας, της ευνοϊκής χρονικής στιγμής. Προσωποποιήθηκε για πρώτη φορά στα μέσα του 5ου αι. π.Χ. Τον θεωρούσαν νεότατο γιο του Δία και υπήρχε βωμός του στην Ολυμπία. Ο ποιητής Ίων, από τη Χίο, είχε… …   Dictionary of Greek

  • ԲՈՒՆ — (բնի, կամ բնոյ, իւ կամ աւ, ից, իւք.) NBH 1 511 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 5c, 6c, 8c, 10c, 12c, 13c գ. պրս. պիւն. στέλεχος truncus, stipes, καυλός caulis, scapus Հաստարան տնկոց եւ բուսոց՝ ʼի ներքին արմատոյ կամ ʼի… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»