Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

καταφαγάς

См. также в других словарях:

  • καταφαγάς — ὁ βλ. κατωφαγάς …   Dictionary of Greek

  • PHAGO — onis, mimus, quô Valer. Aurelianus mire delectatus est. Fuit adeo gulosus, et vorax, ut adhibitus mensae Aureliani, aprum integrum, centum panes, vervecem et porcellum unô die comederit, biberitque orcam vini. Flav. Vopisc. in Aurelian. c. ult.… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • -άς — κατάληξη αρσενικών προσηγορικών ονομάτων. Χαρακτηρίζει πρόσωπα και χρησιμοποιείται συχνά στη νέα Ελληνική στον σχηματισμό επαγγελματικών ονομάτων ή άλλων δηλωτικών του ιδιοκτήτη, κατασκευαστή ή πωλητή κ.λπ. (πρβλ. γαλατάς, ζευγάς, καλαμαράς,… …   Dictionary of Greek

  • κατωφαγάς — κατωφαγᾱς, οῡ και ᾱ και καταφαγᾱς, ὁ (Α) ονομασία λαίμαργου πτηνού με το κεφάλι συνεχώς προς τα κάτω για να βρίσκει σπόρους. [ΕΤΥΜΟΛ. < κάτω + φαγᾶς] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»