-
1 κατατριακοντουτιζω
шутл. поступать как подобает с τριακοντούτιδες (см.)(κ. τῶν τριακοντουδίνων σπονδῶν Arph.)
-
2 κατατριακοντουτίζω
κατατρῐᾱκοντουτίζω, Com. word in Ar.Eq. 1391, alluding to the σπονδαὶ τριακοντούτιδες, personified upon the stage as courtesans, with an obscene pun upon ἀκοντίζω (i.e. περαίνω).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κατατριακοντουτίζω
-
3 κατατριᾱκοντουτίζω
κατα-τριᾱκοντουτίζω, gleichsam durchdreißigjährigen, mit Anspielung auf den dreißigjährigen Waffenstillstand, σπονδαὶ τριακοντούτιδες, die Ar. als schöne Buhldirnen auf die Bühne bringt, mit obszöner Nebenbdtg -
4 κατατριακοντουτίσαι
κατατριακοντουτίζωaor inf actκατατριακοντουτίσαῑ, κατατριακοντουτίζωaor opt act 3rd sg
См. также в других словарях:
κατατριακοντουτίζω — (Α) κωμική λ. τού Αριστοφ. (Ἱππῆς 1391), ο οποίος αναφέρεται στις τριακοντούτιδες σπονδές τού 425 π.Χ. που τίς προσωποποιεί ως εταίρες και κάνει αισχρό λογοπαίγνιο με τις λ. κατακοντίζω, δηλ. διατρυπώ, διαπερνώ πέρα πέρα, εντελώς, συνουσιάζομαι,… … Dictionary of Greek
κατατριακοντουτίσαι — κατατριακοντουτίζω aor inf act κατατριακοντουτίσαῑ , κατατριακοντουτίζω aor opt act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)