Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

καταπλήσσει

См. также в других словарях:

  • καταπλήσσει — καταπλήσσω strike down pres ind mp 2nd sg καταπλήσσω strike down pres ind act 3rd sg καταπλήσσω strike down pres ind mp 2nd sg καταπλήσσω strike down pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πολυφάνταστος — η, ο / πολυφάνταστος, ον, ΝΑ αυτός που προκαλεί μεγάλη εντύπωση στη φαντασία, που καταπλήσσει τη φαντασία («σκότος ἐμπίπλαται πολυφαντάστων εἰδώλων χαλεπὰς μὲν ὄψεις οἰκτρὰς δὲ φωνὰς ἐπιφερόντων», Πλούτ.) νεοελλ. αυτός που διαθέτει μεγάλη… …   Dictionary of Greek

  • Μέγερχολντ, Βσέβολοντ Εμίλιεβιτς — (Vsevolod Emilievich Meyerhold, Πέντσα 1874 – 1940). Ρώσος ηθοποιός, σκηνοθέτης και θεωρητικός του θεάτρου. Αποφοίτησε το 1898 από τη Φιλοδραματική Εταιρεία της Μόσχας και κατόπιν προσελήφθη στο θέατρο Τέχνης, όπου εργάστηκε ως ηθοποιός και… …   Dictionary of Greek

  • Ντεφόε, Ντάνιελ — (Daniel Defoe, Λονδίνο περ. 1660 – Μούρφιλντς 1731). Άγγλος συγγραφέας. Γιος εμπόρου, ασχολήθηκε κι αυτός για ένα διάστημα με το εμπόριο. Η ζωή όμως και η προσωπικότητα του Ν. δεν είναι εκείνες του τίμιου και επίμονου βιοτέχνη, του υπομονετικού… …   Dictionary of Greek

  • Σόουν, σερ Τζων — (Soane). Άγγλος αρχιτέκτονας (Γουάιττσερτς, Ρίντιγκ 1753 Λονδίνο 1837). Ήταν γιος οικοδόμου και συνεργάστηκε με τον Τ. Ντανς τον Νεότερο τον οποίο και διαδέχτηκε. Το 1772 εξασφάλισε μια υποτροφία για σπουδές στην Ιταλία, όπου επηρεάστηκε από την… …   Dictionary of Greek

  • Τόοροπ, Γιοχάνες Τέοντορ — επικαλούμενος Γιαν (Toorop, Ιάβα 1858 – Χάγη 1928). Ολλανδός ζωγράφος και σχεδιαστής. Σπούδασε στο Ντελφτ, στο Άμστερνταμ (1880 82) και τέλος στις Βρυξέλλες, όπου πήρε μέρος στο πρωτοποριακό κίνημα με τους Γ. Ένσορ και Φ. Κνοπφ. Στον μεγάλο του… …   Dictionary of Greek

  • θαύμα — θαύμα, το και θάμα, το, ατος 1. ένα υπερφυσικό γεγονός που δεν μπορεί να εξηγηθεί με τη λογική και τα επιστημονικά δεδομένα: Ο Χριστός έκανε πολλά θαύματα. 2. εξαιρετικό ανθρώπινο έργο: Τα επτά θαύματα του κόσμου. 3. πράγμα απίθανο: Θα είναι… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»