Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

θωΰσσω

См. также в других словарях:

  • θωύσσω — θωΰσσω (Α) 1. κράζω μεγαλοφώνως, φωνάζω («παίσας κάρα θώϋξεν», Σοφ.) 2. (με αιτ. προσ.) καλώ κάποιον, επικαλούμαι («φθέγμα δι εξαίφνης τινός θώϋξεν αυτόν», Σοφ.) 3. (για σκύλους) υλακτώ, γαβγίζω 4. (για κουνούπια) βομβώ. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ …   Dictionary of Greek

  • θωύξαι — θωύσσω bark aor inf act θωύξαῑ , θωύσσω bark aor opt act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θωύσσει — θωύσσω bark pres ind mp 2nd sg θωύσσω bark pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θωύσσειν — θωύσσω bark pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θωύσσεις — θωύσσω bark pres ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θωύσσοντες — θωύσσω bark pres part act masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θωύσσοντος — θωύσσω bark pres part act masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θωύσσων — θωύσσω bark pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θώυξεν — θωύσσω bark aor ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐθώυξας — θωύσσω bark aor ind act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐθώυξε — θωύσσω bark aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»