-
21 θοινάω
θοινάω, einen Schmaus geben, bewirthen; ἐν σκηναῖσιν οὗ ϑοινᾷ φίλον Eur. Ion 982; verzehren, δελφῖνες ἐϑοίνων ἔλλοπας ἰχϑῦς Hes. So. 212. S. auch ϑοινίζω. – Gew. pass. mit fut. med.; ohne Casus, schmausen, ϑοινηϑῆναι Od. 4, 36; αἰσχρὸν παρὰ κλαίουσι ϑοινᾶσϑαι φίλοις Eur. Alc. 545; c. acc., πάντων σ' ἑταίρων ὕστατον ϑοινάσομαι Cycl. 547; τεϑοίναται 377; c. gen, ϑοινήσατο ϑήρης Apollds. 15 (IX, 244). – Vgl. Lob. zu Phryn. 204.
-
22 θοίνη
θοίνη, ἡ, auch ϑοῖνα (verwandt mit ϑάω, ϑήσασϑαι, vgl. auch coena, bei Ath. II, 40 c ὅτι διὰ ϑεοὺς οἰνοῠσϑαι δεῖν ὑπελάμβανον), der Schmaus, das Gastmahl; Hes. Sc. 114; αὐτὸς ἐν ϑοίνῃ παρών Aesch. frg. 264; ὁσίαις ϑοίναις βουφόνοις, vom Opferschmause, Prom. 528; πάντα Δελφῶν λαὸν εἰς ϑοίνην καλῶν Eur. Ion 1140; in Prosa, ὅταν πρὸς δαῖτα καὶ ἐπὶ ϑοίνην ἴωσιν Plat. Phaedr. 247 b; ἄκλητον ἐλϑόντα ἐπὶ τὴν ϑοίνην Conv. 174 c; Epicharm. bei Ath. II, 36 d ἐκ μὲν ϑυσίας ϑοίνη, ἐκ δὲ ϑοίνης πόσις ἐγένετο; Sp. Auch = Speise für Menschen u. Thiere, βρέφος πτανοῖς ἐξώρισεν ϑοίναν Eur. Ion 514; τράπεζαν παντοδαπῆς ϑοίνης πλήσασα Parthen. 12. Uebertr., ὅϑεν τοῖς νέοις ϑοίνην παρεσκευάκαμεν Plat. Soph. 251 b; Xen. Cyr. 4, 2, 39.
-
23 θοινη
дор. θοίνᾱ ἥ1) пир, пирушка, званая трапеза(εἰς θοίνην καλεῖν τινα Eur. или ἐπὴ θοίνην παρακαλεῖν Arst.; ἐπὴ θοίνην ἰέναι Plat.)
τινὰ οὐκ ἐν θοίνῃ λέγειν погов. Plat. — не считать в числе гостей, т.е. не принимать в расчет кого-л.2) пища, едаἐξορίζειν τινὰ πτανοίς θοίναν Eur. — бросить кого-л. на съедение птицам;
τινὴ θοίνην παρασκευάζειν Plat. досл. — давать кому-л. обильную пищу, перен. давать кому-л. благодарную тему для речи3) удовольствие, наслаждение Xen., πῶς ἂν οἷός τ΄ εἴην τοιαύτης θοίνης ἀπέχεσθαι; Plat. как мне удержаться от такого удовольствия (произнести речь)? -
24 θοινατήρος
-
25 θοινατῆρος
-
26 βρομιάς
βρομιάς f. adj.,1 of Bromios, Dionysaic βρομιάδι θοίνᾳ πρέπει[ Δ. 1. 11. -
27 εὐδαίμων
1 fortunate, happyπότμῳ σὺν εὐδαίμονι O. 2.18
τᾶς εὐδαίμονος ἀμφὶ Κυράνας P. 4.276εὐδαίμων δὲ καὶ ὑμνητὸς οὗτος ἀνὴρ γίνεται σοφοῖς P. 10.22
εἰ γάρ σφισιν ἐμπεδοσθενέα βίοτον ἁρμόσαις ἥβᾳ λιπαρῷ τε γήραι διαπλέκοις εὐδαίμον' ἐόντα N. 7.100
Πηλέος ἐυδαίμονος γαμβροῦ θεῶν I. 6.25
ἔνθα τεκοῖσ' εὐδαίμον ἐπόψατο γένναν fr. 33d. 10. εὐ]δαιμόνων βρομιάδι θοίνᾳ πρέπει[ Δ. 1. 11. εὐδαιμόνων δραπέτας οὐκ ἔστιν ὄλβος fr. 134. -
28 πρέπω
1a be like c. dat.εἶδος γὰρ ὑπεροχωτάτᾳ πρέπεν Οὐρανιᾶν P. 2.38
b be clear, conspicuousπειρῶντι δὲ καὶ χρυσὸς ἐν βασάνῳ πρέπει καὶ νόος ὀρθός P. 10.67
2 befita c. dat.θνατὰ θνατοῖσι πρέπει I. 5.16
b impers., it is fittingI c. acc. & inf.πρέπει τὸν Αἰνησιδάμου ἐγκωμίων τε μελέων λυρᾶν τε τυγχανέμεν O. 2.46
τὸν ἐν ἀοιδᾷ νέων πρέπει χρυσάορα Φοῖβον ἀπύειν P. 5.104
II c. dat. & inf. “ οὐ πρέπει νῷν τιμὰν δάσασθαι” P. 4.147 εὐ]δαιμόνων βρομιάδι θοινᾷ πρέπει[ ]κορυφὰν[ ]θέμεν Δ. 1. 11. ἐμὲ δὲ πρέπει παρθενήια μὲν φρονεῖν γλώσσᾳ τε λέγεσθαι Παρθ. 2. 33. πρέπει δ' ἐσλοῖσιν ὑμνεῖσθαι fr. 121.III c. inf.ἑκόντι τοίνυν πρέπει νόῳ τὸν εὐεργέταν ὑπαντιάσαι P. 5.43
βασιλῆα δὲ θεῶν πρέπει δάπεδον ἂν τόδε γαρυέμεν ἡμέρᾳ ὀπί N. 7.82
3 in tmesis. βοὰ δὲ νικαφόρῳ σὺν Ἀριστοκλείδᾳ πρέπει (v. συμπρέπω) N. 3.67 -
29 βρομιάς
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βρομιάς
- 1
- 2
См. также в других словарях:
θοίνα — θοίνᾱ , θοίνη meal fem nom/voc/acc dual θοίνᾱ , θοίνη meal fem nom/voc sg (doric aeolic) θοίνᾱ , θοινάω feast on pres imperat act 2nd sg θοίνᾱ , θοινάω feast on imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοίνα — θοίνα, ἡ (Α) (δωρ. τ.) βλ. θοίνη … Dictionary of Greek
θοίνᾳ — θοίνᾱͅ , θοίνη meal fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινᾶι — θοινᾷ , θοινάω feast on pres subj mp 2nd sg θοινᾷ , θοινάω feast on pres ind mp 2nd sg (epic) θοινᾷ , θοινάω feast on pres subj act 3rd sg θοινᾷ , θοινάω feast on pres ind act 3rd sg (epic) θοινᾷ , θοινάζω fut ind mid 2nd sg (epic) θοινᾷ ,… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοίναν — θοίνᾱν , θοίνη meal fem acc sg (doric aeolic) θοίνᾱν , θοινάω feast on imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) θοίνᾱν , θοινάω feast on imperf ind act 1st sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοίνας — θοίνᾱς , θοίνη meal fem acc pl θοίνᾱς , θοίνη meal fem gen sg (doric aeolic) θοίνᾱς , θοινάω feast on imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινασόμεσθα — θοινᾱσόμεσθα , θοινάω feast on aor subj mid 1st pl (epic doric aeolic) θοινᾱσόμεσθα , θοινάω feast on fut ind mid 1st pl (doric aeolic) θοινάζω aor subj mid 1st pl (epic) θοινάζω fut ind mid 1st pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινάσομαι — θοινά̱σομαι , θοινάω feast on aor subj mid 1st sg (epic doric aeolic) θοινά̱σομαι , θοινάω feast on fut ind mid 1st sg (doric aeolic) θοινάζω aor subj mid 1st sg (epic) θοινάζω fut ind mid 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοιναμάτων — θοινᾱμάτων , θοίναμα meal neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινατῆρος — θοινᾱτῆρος , θοινατήρ one who gives a feast masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θοινατήριον — θοινᾱτήριον , θοινατήριον neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)