-
1 θηρατήρ
θηρᾱτήρ, θηρατήρmasc nom sg -
2 θηρατήρ
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > θηρατήρ
-
3 θηρητήρ
θηρατήρmasc nom sg (epic ionic) -
4 θηρητήρων
θηρατήρmasc gen pl (epic ionic) -
5 θηρητήρ'
θηρητῆρα, θηρατήρmasc acc sg (epic ionic)θηρητῆρι, θηρατήρmasc dat sg (epic ionic)θηρητῆρε, θηρατήρmasc nom /voc /acc dual (epic ionic) -
6 θηρητῆρ'
θηρητῆρα, θηρατήρmasc acc sg (epic ionic)θηρητῆρι, θηρατήρmasc dat sg (epic ionic)θηρητῆρε, θηρατήρmasc nom /voc /acc dual (epic ionic) -
7 θηρητήρα
-
8 θηρητῆρα
-
9 θηρητήρας
-
10 θηρητῆρας
-
11 θηρητήρε
-
12 θηρητῆρε
-
13 θηρητήρες
-
14 θηρητῆρες
-
15 θηρητήρι
-
16 θηρητῆρι
-
17 θηρητήρος
-
18 θηρητῆρος
-
19 θηρητήρσι
-
20 θηρητῆρσι
- 1
- 2
См. также в других словарях:
θηρατήρ — και ιων. τ. θηρητήρ, ὁ (Α) [θηρώ] ποιητ. τ. τού θηρατής* … Dictionary of Greek
θηρατήρ — θηρᾱτήρ , θηρατήρ masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρα — θηρατήρ masc acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρας — θηρατήρ masc acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρε — θηρατήρ masc nom/voc/acc dual (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρες — θηρατήρ masc nom/voc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρι — θηρατήρ masc dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρος — θηρατήρ masc gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητῆρσι — θηρατήρ masc dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητήρ — θηρατήρ masc nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θηρητήρων — θηρατήρ masc gen pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)