Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

εἴληχα

См. также в других словарях:

  • εἴληχα — λαγχάνω obtain by lot perf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰλήχασι — εἰλήχᾱσι , λαγχάνω obtain by lot perf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰλήχασιν — εἰλήχᾱσιν , λαγχάνω obtain by lot perf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἴληχ' — εἴληχα , λαγχάνω obtain by lot perf ind act 1st sg εἴληχε , λαγχάνω obtain by lot perf imperat act 2nd sg εἴληχε , λαγχάνω obtain by lot perf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λήξις — (I) λῆξις, ἡ (ΑM, Α ιων. τ. λάξις) 1. τόπος που παραχωρήθηκε για διαμονή («θεῶν καὶ τῶν εἰς θείαν λῆξιν πορευθέντων», Ιουλ.) 2. κατάσταση αρχ. 1. ο καθορισμός ή ο διορισμός με κλήρο, η απόκτηση με κλήρο («ἀρχῆς λῆξιν καὶ κρίσιν», Πλάτ.) 2. η… …   Dictionary of Greek

  • λαγχάνω — και λαχαίνω (AM λαγχάνω, Μ και λαχάνω) περιέρχομαι σε κάποιον με κλήρο, πέφτω στον κλήρο (α. «πάλι τού λαχε ο πρώτος αριθμός» β. «τὴν πρὸς Νότον λαχεῑν φασι Δευκαλίωνι», Στράβ.) νεοελλ. παροιμ. «εμείς οι Βλάχοι όπως λάχει» λέγεται για τους… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»