-
1 δικασσα...
-
2 δικασσα
-
3 δικασα
См. также в других словарях:
δικάσσας — δικάσσᾱς , δικάζω Bis Acc. aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 δικασσα...
2 δικασσα
3 δικασα
δικάσσας — δικάσσᾱς , δικάζω Bis Acc. aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)