Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

διερχόμενον

См. также в других словарях:

  • διερχόμενον — διέρχομαι go through pres part mp masc acc sg διέρχομαι go through pres part mp neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υδρόγειος — α, ο, θηλ. και ος Ν 1. ο συγκροτημένος από νερό και γη 2. φρ. «υδρόγειος σφαίρα» ή, απλώς, «η υδρόγειος» i) κοίλη κατά κανόνα σφαίρα, κατασκευασμένη από ελαφρύ και ανθεκτικό υλικό, τής οποίας η επιφάνεια αναπαριστάνει σε χάρτη την επιφάνεια τής… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»