-
1 διαπροστατευω
в качестве председательствующего предлагать на утверждение(τὸ διαβούλιόν τινος Polyb. - v. l. διαπρυτανεύω)
-
2 διαπροστατεύω
A continue to propose, τι Plb.4.13.7.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαπροστατεύω
-
3 διαπροστατεύω
δια-προ-στατεύω, vorstehen, διαβούλιον, vorschlagen -
4 διαπροστατεύσαντος
διαπροστατεύωcontinue to propose: aor part act masc /neut gen sg -
5 διαπρυτανευω
v. l. = διαπροστατεύω См. διαπροστατευω
См. также в других словарях:
διαπροστατεύσαντος — διαπροστατεύω continue to propose aor part act masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)