Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

γράψε

См. также в других словарях:

  • γράψε — γράφω scratch aor ind act 3rd sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Modern Greek grammar — Main article: Modern Greek The grammar of Standard Modern Greek, as spoken in present day Greece and Cyprus, is basically that of Demotic Greek, but it has also assimilated certain elements of Katharevousa, the archaic, learned variety of Greek… …   Wikipedia

  • γράφω — (AM γράφω) 1. αποδίδω λέξεις με γράμματα τού αλφαβήτου 2. ζωγραφίζω 3. γράφω επιστολή 4. καταχωρίζω σε κατάλογο 5. εγγράφω, κατατάσσω σε σχολείο κ.λπ. νεοελλ. 1. ξέρω να γράφω 2. συγγράφω, δημοσιεύω 3. κληροδοτώ, μεταβιβάζω την κυριότητα ακινήτου …   Dictionary of Greek

  • ζύγι, το — ζύγι, το, 1 . βαρίδι της στάθμης των χτιστών. 2. ζύγισμα: Με έκλεψαν στο ζύγι. 3. το σύνολο των πραγμάτων που ζυγίζονται κάθε φορά: Γράψε πόσα κιλά είναι το κάθε ζύγι. 4. πληθ. ζύγια, τα τα σταθμά. 5. τα μικρά νήματα που συνδέουν το χαρταετό με… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κεφαλαίος — α, ο 1. πρώτος, κύριος. 2. το ουδ. κεφαλαίο ως ουσ., σημαίνει το κεφαλαίο, το μεγάλο γράμμα του αλφαβήτου: Τα γραψε με κεφαλαία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • οπόταν — σύνδ. χρον., οπότε, όταν: Γράψε μου οπόταν ευκαιρήσεις …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • παράδειγμα — το 1. υπόδειγμα, πρότυπο για να το μιμηθεί κανείς, δείγμα για να καταλάβει κάτι: Η σύνεση του πατέρα είναι μεγάλο παράδειγμα για τα παιδιά του (Δημόκριτος). 2. πάθημα για μάθημα: Ας πάρουν οι άλλοι παράδειγμα από την τιμωρία του συμμαθητή τους. 3 …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ψηφί — το 1. καθένας από τους αραβικούς αριθμούς, αριθμός: Γράψε έναν αριθμό με τρία ψηφία. 2. σημείο που παρασταίνει αριθμό ή γράμμα του αλφάβητου. 3. στην τυπογραφία, τυπογραφικό στοιχείο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γράψ' — γράψα , γράφω scratch aor ind act 1st sg (epic ionic) γράψε , γράφω scratch aor ind act 3rd sg (epic ionic) γράψαι , γράφω scratch aor imperat mid 2nd sg γράψαι , γράφω scratch aor inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γράψεν — γράφω scratch aor ind act 3rd sg (epic ionic) γράψε̄ν , γράφω scratch fut inf act (epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»