Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

γογγύζω

См. также в других словарях:

  • γογγύζω — mutter pres subj act 1st sg γογγύζω mutter pres ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γογγύζω — 1 γόγγυσα βλ. πίν. 33 2 γόγγυξα βλ. πίν. 23 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • γογγύζω — (AM γογγύζω) δυσανασχετώ, παραπονιέμαι μσν. νεοελλ. 1. βογγώ από πόνο 2. κακολογώ αρχ. (για περιστέρια) γουργουρίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. Λέξη ηχομιμητική, αβέβαιης ετυμολ. Σχετίζεται πιθ. με το γαγγαίνειν (πρβλ. αρχ. ινδ. gańgūyati «φωνάζω»)] …   Dictionary of Greek

  • γογγύζω — γόγγυξα και γόγγυσα 1. στενάζω, βογκώ: Ο τραυματίας γόγγυζε από τον πόνο μέσα στο ασθενοφόρο. 2. παραπονούμαι, δυσανασχετώ: Ο λαός γογγύζει για τα νέα φορολογικά μέτρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γογγύζεσθε — γογγύζω mutter pres imperat mp 2nd pl γογγύζω mutter pres ind mp 2nd pl γογγύζω mutter imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γογγύζετε — γογγύζω mutter pres imperat act 2nd pl γογγύζω mutter pres ind act 2nd pl γογγύζω mutter imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γογγύσουσι — γογγύζω mutter aor subj act 3rd pl (epic) γογγύζω mutter fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) γογγύζω mutter fut ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γογγύσουσιν — γογγύζω mutter aor subj act 3rd pl (epic) γογγύζω mutter fut part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) γογγύζω mutter fut ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γογγυζόντων — γογγύζω mutter pres part act masc/neut gen pl γογγύζω mutter pres imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γογγυσάντων — γογγύζω mutter aor part act masc/neut gen pl γογγύζω mutter aor imperat act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γογγύζει — γογγύζω mutter pres ind mp 2nd sg γογγύζω mutter pres ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»