-
1 γηροτρόφιον
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γηροτρόφιον
-
2 γηροτροφέω
A = γηροβοσκέω, Is.1.39, Pl.Mx. 248d:—[voice] Pass.,γηροτροφούμενοι Isoc.14.48
: [tense] fut. [voice] Med. in pass. sense,γηροτροφήσονται D.60.32
;ὑπὸ τῶν.. ταίδων γηροτροφηθέντες Lys.13.45
, cf. Lycurg. 144.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γηροτροφέω
-
3 γηροτροφία
γηροτροφ-ία, ἡ,A = γηροβοσκία, Antipho Soph.66, PFlor.382.39 (iii A. D.);τὰς γ. ἀποτίνειν Plu.2.579e
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γηροτροφία
-
4 γηρότροφος
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > γηρότροφος
-
5 Γηρυόνης
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Γηρυόνης
Перевод: с греческого на английский
с английского на греческий- С английского на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский