Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

γεύσομαι

См. также в других словарях:

  • γεύσομαι — γεύω give a taste aor subj mid 1st sg (epic) γεύω give a taste fut ind mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεύσομ' — γεύσομαι , γεύω give a taste aor subj mid 1st sg (epic) γεύσομαι , γεύω give a taste fut ind mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γεύομαι — και γεύω (AM γεύομαι και γεύω) Ι. γεύομαι 1. τρώω, γευματίζω 2. δοκιμάζω με τη γλώσσα 3. αποκτώ ευχάριστη ή δυσάρεστη εμπειρία αρχ. 1. δοκιμάζω να κάνω κάτι, προσπαθώ 2. οσφραίνομαι, μυρίζω. II. γεύω προσφέρω γεύμα σε κάποιον αρχ. 1. δίνω σε… …   Dictionary of Greek

  • νεύω — (ΑΜ νεύω) 1. κλίνω το κεφάλι προς τα εμπρός και κάτω, σκύβω ελαφρά 2. κάνω νεύμα με το κεφάλι, με τα μάτια, με τα χείλη ή με τα χέρια για να δείξω συναίνεση, αποδοχή, έγκριση ή άρνηση, αποτροπή, απαγόρευση ή, απλώς, για συνεννόηση σχετικά με… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»