Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

γενάρχης

См. также в других словарях:

  • γενάρχης — founder masc nom sg γεναρχέω to be the ancestor of the human race imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γενάρχης — ο (AM γενάρχης) νεοελλ. ο αρχηγός γένους ή έθνους αρχ. μσν. 1. ο ιδρυτής, ο πρώτος σε μια επιφανή οικογένεια 2. ο πρώτος τού γένους τών ανθρώπων, ο Αδάμ αρχ. ο κυβερνήτης τών όντων, ο θεός. [ΕΤΥΜΟΛ. < γένος + αρχης < άρχω] …   Dictionary of Greek

  • γενάρχης — ο ο πρώτος πρόγονος ενός γένους, μιας φυλής, ενός έθνους: Ο Αβραάμ ήταν γενάρχης των Εβραίων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • γενάρχαι — γενάρχης founder masc nom/voc pl γενάρχᾱͅ , γενάρχης founder masc dat sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αμύνανδρος — Γενάρχης των Αμυνάνδρων, ιερατικού γένους στην αρχαία Αθήνα. Με το ίδιο όνομα αναφέρεται στον Τίμαιοτου Πλάτωνα και ένας Αθηναίος πολίτης. * * * ἀμύνανδρος, ο (Α) αυτός που αποκρούει τους εχθρούς. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμύνω + ἀνήρ, ἀνδρὸς (πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • γεναρχῶν — γενάρχης founder masc gen pl γεναρχέω to be the ancestor of the human race pres part act masc nom sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γενάρχαις — γενάρχης founder masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γενάρχην — γενάρχης founder masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γενάρχου — γενάρχης founder masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γενάρχῃ — γενάρχης founder masc dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γενάρχα — γενάρχᾱ , γενάρχης founder masc nom/voc/acc dual γενάρχης founder masc voc sg γενάρχᾱ , γενάρχης founder masc gen sg (doric aeolic) γενάρχης founder masc nom sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»