Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

βύτανα

См. также в других словарях:

  • βυτίνα — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 1.040 μ., 885 κάτ.) στην πρώην επαρχία Γορτυνίας του νομού Αρκαδίας. Αποτελεί έδρα του δήμου Βυτίνας. Βρίσκεται σε ορεινή κοιλάδα του βόρειου Μαινάλου, σε γραφική θέση, με ξηρό και εξαιρετικά υγιεινό κλίμα. Διαθέτει λαϊκή… …   Dictionary of Greek

  • b(e)u-2, bh(e)ū̆- —     b(e)u 2, bh(e)ū̆     English meaning: to swell, puff     Deutsche Übersetzung: “aufblasen, schwellen”     Note: Explosive sound of the inflated cheek, like pu , phu see d .; running beside primeval creation crosses the sound lawful… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»