Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

βοὺπρηστις

См. также в других словарях:

  • βούπρηστις — poisonous beetle fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βουπρήστις — η (Α βούπρηστις) γένος Κολεόπτερων Εντόμων αρχ. ονομασία για διάφορα Κολεόπτερα που προκαλούσαν κοιλιακό οίδημα στα βόδια, τα πρόβατα και λοιπά κατοικίδια φυτοφάγα …   Dictionary of Greek

  • βουπρήστιδος — βούπρηστις poisonous beetle fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βούπρηστιν — βούπρηστις poisonous beetle fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Neunfleckiger Prachtkäfer — (Buprestis novemmaculata) Systematik Klasse: Insekten (Insecta) …   Deutsch Wikipedia

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»