Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

βληχώ

См. также в других словарях:

  • βληχῶ — βλήχων pennyroyal fem nom/voc/acc dual (doric aeolic) βλήχων pennyroyal fem acc sg βληχάομαι bleat pres imperat mp 2nd sg βληχάομαι bleat imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic) βληχάζω fut ind act 1st sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βληχώ — βλήχων pennyroyal fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βληχώνι — το και βληχούνι και γληχώνι (AM βλήχων, η, Α και βληχώ, οῡς, η και γλήχων, ωνος και γληχώ, οῡς, ιων. τ. και γλάχων, ωνος και γλαχώ, οῡς δωρ. τ., Μ και βλήχων, ωνος, ο) το φυτό ηδύοσμος ο γλήχων (mentha pulegium), το φλησκούνι. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»