-
1 βιβλιοθήκη
βιβλιοθήκηbook-case: fem nom /voc sg (attic epic ionic)——————βιβλιοθήκηbook-case: fem dat sg (attic epic ionic) -
2 βιβλιοθήκῃ
Βλ. λ. βιβλιοθήκη -
3 βιβλιοθήκη
-ης ἡ N 1 0-0-0-2-1=3 Est 2,23; Ezr 6,1; 2 Mc 2,13library 2 Mc 2,13; record office, registry Ezr 6,1 -
4 βιβλιοθήκη
βιβλιο-θήκη, ἡ,2 library, collection of books, Plb.12.27.4, LXX Es.2.23, Posidon.41, Phld.Sto. Herc.339.13 ([etym.] βυβλ-), Str.13.1.54, al., J.AJ12.2.1; β. ἔμψυχος, of Longinus, Eun.VSp.456B.3 record-office, registry, PTeb.389. 18 (ii A. D.);β. ἐγκτήσεων BGU76.1
(ii/iii A. D.); β. δημοσίων [λόγων] PRyl.291.1 (iii A. D.).4 compilation from various sources, title of works by Apollod. and D.S.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > βιβλιοθήκη
-
5 βιβλιοθήκη
libraryΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > βιβλιοθήκη
-
6 βιβλιοθήκηι
βιβλιοθήκῃ, βιβλιοθήκηbook-case: fem dat sg (attic epic ionic) -
7 βιβλιοθήκαις
βιβλιοθήκηbook-case: fem dat pl -
8 βιβλιοθήκην
βιβλιοθήκηbook-case: fem acc sg (attic epic ionic) -
9 βιβλιοθήκης
βιβλιοθήκηbook-case: fem gen sg (attic epic ionic) -
10 βιβλιοθήκας
βιβλιοθήκᾱς, βιβλιοθήκηbook-case: fem acc plβιβλιοθήκᾱς, βιβλιοθήκηbook-case: fem gen sg (doric aeolic) -
11 βιβλιοθηκών
-
12 βιβλιοθηκῶν
-
13 καταχωρίζω
Aῐῶ OGI 229.75
(iii B.C.), Apollon.Cit.2:— place in position, freq. in X., as Cyr. 4.3.3, al.; mostly of soldiers, as An.6.5.10, Cyr.2.2.8: generally, place,κατ' ἀξίαν Plot.3.2.12
:—[voice] Pass., take up a position,ὅπου δέοιτο X.Cyr.8.5.2
.II enter in a register or record,κ. εἰς μνημόσυνον ἐν τῇ βιβλιοθήκῃ LXX Es.2.23
;εἰς τὴν τῶν ὑπομνημάτων δέλτον IG7.413.31
(i B.C.);ὑπόμνημα PAmh.2.35.36
(ii B.C.), etc.:—[voice] Pass., POxy.515.3 (ii A.D.), etc.; (Heraclea ad Latmum, ii B.C.), cf. Supp.Epigr.3.378C13 (Delph., ii/i B.C.); -εχωρίσθη ὁ ἀριθμὸς ἐν βιβλιῳ LXX 1 Ch.27.24
; [διαμαρτυρίαν] -κεχωρισμένην ἐν στασίμῳ Satyr.Vit.Eur.Fr.39 xvii 27
.b invest, allocate funds, etc.,μισθὸν εἴς τι D.S.5.17
cod., cf. PSI4.372.10 (iii B.C.); of confiscated property,τὰ ὑπάρχοντά τινος κ. εἰς τὸ βασιλικόν PAmh.2.33.36
(ii B.C.):—[voice] Pass., τὰ εἰς τὸ ναυτικὸν -ισμένα Wilcken Chr.385.30 (iii B.C.), cf. SIG578.44 (Teos, ii B.C.).III set down in a book, place on record, Phld.Po. 994 Fr.48, al.;εἰς τὴν ποίησιν Str.1.2.3
;ἐν τοῖς ποιήμασι D.S.5.5
, cf. 1.31, D.H.1.6; Κτησίβιος κατεχώρισεν, ὥστε .. Ath. Mech.29.10; οὕτως -κεχώρικεν (sc. ὁ Ἱπποκράτης) Apollon.Cit.1:— [voice] Pass., Id.3;ἐν ἱστορίαις κ. Inscr.Prien.37.54
(ii B.C.), cf. Demetr. Lac. Herc.1647.27 F.;παρά τισι Phld.Rh.1.160S.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταχωρίζω
-
14 χωρικός
A rustic, rural, Vett.Val.7.8;ἐργάται POxy.141.5
(vi A. D.), cf. Poll.9.13; in Egypt, λειτουργίαι χ., of services rendered in the χώρα, i.e. outside Alexandria (cf.χώρα 11.3
), OGI669.34 (i A. D.);χ. βιβλιοθήκη PFlor.46.1
(ii A. D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > χωρικός
-
15 ἔγκτησις
A tenure of land in a country or district by a person not belonging to it, X.HG5.2.19 (pl.); the right of holding such property, freq. granted as a privilege or reward to foreigners, ἔγκτασιν γᾶς καὶ οἰκιᾶν Decr.Byz. ap. D.18.91, cf. IG5(1).4.12 ([place name] Sparta), etc.; εἶναι δὲ αὐτῷ οἰκίας ἔγκτησιν ib.22.53.2 estate, property, LXX Le.25.13, etc.; βιβλιοθήκη ἐγκτήσεων register of properties, BGU76 (ii A. D.), etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἔγκτησις
-
16 ὁμότοιχος
ὁμό-τοιχος, ον,A having one common wall, contiguous,ὁ. οἰκία Is.6.39
;ὁμότοιχος οἰκῶν Pl.Lg. 844c
;ὁ. τῇ βιβλιοθήκῃ οἶκος D.S.1.49
.2 metaph.,νόσος γείτων ὁ. ἐρείδει A.Ag. 1004
(lyr.);λύπη μανίας ὁ. Antiph.295
;μανίᾳ ὁ. ἡ ὀργή Plu.2.503d
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὁμότοιχος
См. также в других словарях:
βιβλιοθήκη — book case fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βιβλιοθήκῃ — βιβλιοθήκη book case fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βιβλιοθήκη — Δημόσια ή ιδιωτική συλλογή βιβλίων ή χειρογράφων, οργανωμένη με σκοπό τη διατήρησή τους ή τη διευκόλυνση των αναγνωστών να τα συμβουλεύονται και να τα μελετούν. Ο όρος σημαίνει επίσης και τον τόπο όπου φυλάσσονται τα βιβλία, αλλά και… … Dictionary of Greek
βιβλιοθήκη — η 1. έπιπλο με ράφια στα οποία τοποθετούνται βιβλία: Η βιβλιοθήκη που αγόρασα πιάνει όλο τον τοίχο. 2. αίθουσα ή κτίριο όπου φυλάσσονται βιβλία και διατίθενται για χρήση από το κοινό: Δανείζομαι συχνά βιβλία από τη δημοτική βιβλιοθήκη. 3. το… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Γεννάδειος Βιβλιοθήκη — Βιβλιοθήκη της Αθήνας. Τον πυρήνα της αποτέλεσε η πλούσια συλλογή βιβλίων την οποία δώρισε ο Ιωάννης Γεννάδιος, στην Αμερικανική Αρχαιολογική Σχολή της Αθήνας με τον όρο να ανεγερθεί ειδικό κτίριο στην Αθήνα για να στεγάσει μόνιμα τη βιβλιοθήκη.… … Dictionary of Greek
Λαυρεντιανή Βιβλιοθήκη — Βιβλιοθήκη στη Φλωρεντία της Ιταλίας, μία από τις πιο πλούσιες και παλαιότερες της Ευρώπης. Ιδρύθηκε από τον Κόσιμο τον Παλαιό (1389 1464), λειτουργώντας αρχικά ως ιδιωτική βιβλιοθήκη της οικογένειας των Μεδίκων. Εμπλουτίστηκε από τον γιο του… … Dictionary of Greek
Λοβέρδου, βιβλιοθήκη — Βιβλιοθήκη που εδρεύει στην Κηφισιά Αττικής. Δημιούργημα του Σπυρίδωνα Λοβέρδου (βλ. λ.), η β.Λ. περιλαμβάνει περισσότερα από τριάντα χιλιάδες έντυπα, που αναφέρονται σχεδόν αποκλειστικά στη μετά την Άλωση ελληνική ιστορία και φιλολογία. Σήμερα… … Dictionary of Greek
Αδριανού, Βιβλιοθήκη — Βιβλιοθήκη που έχτισε ο αυτοκράτορας Αδριανός στην Αθήνα. Τα σημαντικότερα από τα σωζόμενα τμήματά της βρίσκονται σήμερα στην αρχή της οδού Άρεως, κοντά στην πλατεία Μοναστηρακίου. Πρόκειται για έναν τοίχο στον οποίο στηρίζονται επτά μονόλιθοι… … Dictionary of Greek
Βοδληιανή Βιβλιοθήκη — (Bodleian Library). Μία από τις μεγαλύτερες πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες στον κόσμο και η δεύτερη μεγαλύτερη της Μεγάλης Βρετανίας, με έδρα την Οξφόρδη. Ιδρύθηκε τον 15ο αι., όταν ο δούκας Χάμφρεϊ του Γκλόσεστερ άφησε με δωρεά τα βιβλία του στην… … Dictionary of Greek
Μαρκιανή Βιβλιοθήκη — (Biblioteca Nazionale Marciana). Ιστορική βιβλιοθήκη της Βενετίας. Ιδρυτής της θεωρείται ο ποιητής Πετράρχης, ο οποίος, το 1362, υποσχέθηκε να δωρίσει τα βιβλία του στη Δημοκρατία της Βενετίας, με σκοπό τη συγκρότηση δημοτικής βιβλιοθήκης. Ωστόσο … Dictionary of Greek
Αγγελική Βιβλιοθήκη — (Biblioteca Angelica).Βιβλιοθήκη της Ρώμης. Περιέχει 120.000 τόμους βιβλία και 3.000 χειρόγραφα. Ιδρύθηκε το 1614 από τον Άγγελο Ρόκα (1545 1620), λόγιο διευθυντή του τυπογραφείου του Βατικανού, ο οποίος δώρησε σε αυτήν την πλούσια βιβλιοθήκη του … Dictionary of Greek