Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

βιβλία

См. также в других словарях:

  • βιβλία — βιβλίον strip of neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Βασιλειών, βιβλία Α’-Δ’ — Τα τέσσερα μεγάλα ιστορικά βιβλία της ελληνικής μετάφρασης της Παλαιάς Διαθήκης, που ακολουθούν εκείνα τωνΚριτών και της Ρουθ.Από αυτά, τα δύο πρώτα, που στο εβραϊκό πρωτότυπο ονομάζονται Σιεμουέλ, δηλαδή Σαμουήλ, χωρίζονται σε τέσσερα μέρη, που… …   Dictionary of Greek

  • αχερόντεια βιβλία — (libri acherontici). Βιβλία που αναφέρονται στον θεό των Ετρούσκων Τάγη και περιέχουν τη διδασκαλία προς τον γιο του Βάκχητα. Τα κυριότερα σημεία των βιβλίων αναφέρονται στο υπαρξιακό πρόβλημα της ζωής και του θανάτου, στην ύπαρξη του υπέρτατου… …   Dictionary of Greek

  • ζώων, βιβλία — Ονομασία βιβλίων που γράφτηκαν από την ελληνιστική εποχή και αργότερα σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα, τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση, και τα οποία, εκτός από την επιστημονική περιγραφή των ζώων, ήμερων και άγριων, περιείχαν και ηθικά… …   Dictionary of Greek

  • λογιστικά βιβλία — Αποδεικτικά στοιχεία διάφορης φύσης και μορφής (βιβλία, ημερολόγια, ειδικό λογισμικό υπολογιστών) στα οποία καταχωρίζονται, για λόγους περιγραφής, ενημέρωσης και ελέγχου, οι πράξεις της διαχείρισης της επιχείρησης. Τα λ.β. διακρίνονται σε κύρια… …   Dictionary of Greek

  • αρχέτυπα — Βιβλία που τυπώθηκαν στα πρώτα χρόνια της τυπογραφίας έως και το 1501. Τα α. είναιδύο ειδών: ξυλογραφικά και τυπογραφικά. Τα πρώτα τυπώνονταν από ξύλινες πλάκες, πάνω στις οποίες χάραζαν τις λέξεις. Τα δεύτερα είχαν τυπογραφικά κινητά στοιχεία,… …   Dictionary of Greek

  • Δευτεροκανονικά — Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης που δεν περιλαμβάνονται στον εβραϊκό κανόνα, αλλά στην ελληνική μετάφραση των Εβδομήκοντα και στη λατινική Βουλγάτα. Οι Διαμαρτυρόμενοι τα χαρακτηρίζουν Απόκρυφα. * * * τα τα βιβλία τής Παλαιάς Διαθήκης τα οποία δεν… …   Dictionary of Greek

  • Αγιόγραφα — Βιβλία τα οποία αναφέρονται στη Βίβλο. Χαρακτηρίζονται έτσι από τους Έλληνες Πατέρες και τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, σύμφωνα με τη μετάφραση του αντίστοιχου εβραϊκού όρου Ketubium, έντεκα βιβλία, τα οποία αποτελούν την τρίτη τάξη των βιβλίων …   Dictionary of Greek

  • БИБЛИОТЕКА —    • Βιβλία,          Bibliopōla, Bībliothēca. Величайшим собранием книг (βιβλιθήκη, αποθήκη βιβλίων) в древности была Б. в Александрии, основанная Птолемеем Лаговым, Птолемеем Филадельфом значительно расширенная и имевшая Б. (Зенодота… …   Реальный словарь классических древностей

  • βιβλί' — βιβλία , βιβλίον strip of neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»