Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

βαυκοπανοῦργος

См. также в других словарях:

  • βαυκοπανοῦργος — humbug masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βαυκοπανοῦργοι — βαυκοπανοῦργος humbug masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έργο — (Φυσ.). Στη φυσική, μπορούμε να ορίσουμε το έ. μιας δύναμης αν ξεκινήσουμε από μια απλή περίπτωση, κατά την οποία ένα υλικό σώμα αμελητέων διαστάσεων, πάνω στο οποίο εφαρμόζεται μια σταθερή δύναμη, επιτελεί μια ευθύγραμμη μετατόπιση κατά μια… …   Dictionary of Greek

  • βαυκοπανούργους — βαυκοπανού̱ργους , βαυκοπανοῦργος humbug masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»