-
41 λυκαβας
τοῦδ΄ αὐτοῦ λυκάβαντος Hom. — еще в этом самом году
-
42 οκριβας
-
43 φυγδα
-
44 αρέσω
(αόρ. άρεσα) αμετ. нравиться, быть приятным, симпатичным; доставлять удовольствие;μου αρέσει... — мне нравится;
αυτό δεν μ' αρέσει — это мне не нравится;
μ' αρέσει να... — я люблю... (делать что-л.);
όποιου δεν τ' αρέσει ας πάει καλιά του — кто не согласен, пусть лучше уйдёт;
§ όπως βας αρέσει! — как вам угодно!;
έτσι μ' αρέσει — так я хочу;
έτσι τ' αρέσουν τ' αφεντικού οι δουλιές так требует хозяин -
45 Βάι
-
46 Βᾶι
-
47 Βήις
-
48 Βῆις
-
49 Βαίς
-
50 Βαῖς
-
51 Βιών
-
52 Βιῶν
-
53 Βού
-
54 Βοῦ
-
55 Βων
-
56 Βῶν
-
57 Βέη
-
58 Βέῃ
-
59 ακριβάς
ἀκριβᾶ̱ς, ἀκριβάζωto be proud: fut ind act 2nd sg (doric aeolic)ἀκρῑβᾶς, ἀκριβήςexact: masc /fem acc pl (doric aeolic) -
60 ἀκριβᾶς
ἀκριβᾶ̱ς, ἀκριβάζωto be proud: fut ind act 2nd sg (doric aeolic)ἀκρῑβᾶς, ἀκριβήςexact: masc /fem acc pl (doric aeolic)
См. также в других словарях:
Βᾶς — masc acc pl (attic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βᾶς — βᾶ̱ς , βάζω speak fut ind act 2nd sg (doric) βαίνω walk aor ind act 2nd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βᾷς — βάζω speak fut ind act 2nd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βάς — βά̱ς , βαίνω walk aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) βαίνω walk aor ind act 2nd sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βῆν — Βᾶς masc gen pl (doric) Βᾶς masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βαῖς — Βᾶς masc dat pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βείων — Βᾶς masc gen pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βιῶν — Βᾶς masc gen pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βοῦ — Βᾶς masc gen sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βᾶ — Βᾶς masc gen sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βᾷ — Βᾶς masc dat sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)