Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

αἰμίονος

См. также в других словарях:

  • αιμι- — αἱμι (πρβλ. αἱμίθεος, αἱμίονος) (Α) αιολικός τύπος αντί ἡμι (ἡμίθεος, ἡμίονος) …   Dictionary of Greek

  • ημίονος — Βλ. λ.μουλάρι. * * * ο, η (AM ἡμίονος, Α αιολ. τ. αἰμίονος) αυτός που είναι κατά το ήμισυ όνος, ο γεννημένος από όνο και άλογο, το μουλάρι αρχ. 1. μτφ. αυτός που ανήκει σε δύο διαφορετικές εθνικότητες («ἡμίονος βασιλεύς» βασιλιάς κατά το ήμισυ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»