Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

Φθιάς

См. также в других словарях:

  • φθιάς — φθῑάς , Φθιῶτις to Phthia fem nom sg φθιάς to Phthia fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Φθιάς — άδος, ἡ, Α ιδιότυπη μορφή θηλ. τού επιθ. Φθῑος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < Φθία + κατάλ. άς, άδος (πρβλ. Ἐρετρι άς)] …   Dictionary of Greek

  • Φθίας — Φθί̱ᾱς , Φθῖος to Phthia fem acc pl Φθί̱ᾱς , Φθῖος to Phthia fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φθίας — φθίᾱς , φθία to Phthia fem acc pl (ionic) φθίᾱς , φθία to Phthia fem gen sg (attic doric ionic aeolic) φθί̱ᾱς , φθῖος to Phthia fem acc pl φθί̱ᾱς , φθῖος to Phthia fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φθιάδ' — φθῑάδα , Φθιῶτις to Phthia fem acc sg φθῑάδι , Φθιῶτις to Phthia fem dat sg φθῑάδε , Φθιῶτις to Phthia fem nom/voc/acc dual φθιάδα , φθιάς to Phthia fem acc sg φθιάδι , φθιάς to Phthia fem dat sg φθιάδε , φθιάς to Phthia fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πηλέας — Μυθικός βασιλιάς της Φθίας, γιος του βασιλιά της Αίγινας Αιακού και της Ενδηίδας, και πατέρας του Αχιλλέα. Μετά το φόνο του αδελφού του Φώκου διώχτηκε από την Αίγινα και κατέφυγε στη Θεσσαλία, στον βασιλιά της Φθίας Ευρυτίωνα, ο οποίος τον… …   Dictionary of Greek

  • Φθίος — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Επώνυμος ήρωας της πόλης Φθίας, της Φθιώτιδας χώρας και του λαού των Φθίων. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Φ. και οι αδελφοί του Αχαιός και Πελασγός ήταν γιοι του Ποσειδώνα και της Λάρισας. Αυτοί οδήγησαν τους Πελασγούς …   Dictionary of Greek

  • Φθιώτης — ό, θηλ. Φθιώτις, ώτιδος, Α 1. ο κάτοικος τής Φθίας, πόλης τής Θεσσαλίας 2. το θηλ. α) μία από τις τέσσερεις περιοχές τής Θεσσαλίας β) (συνήθως σε συνεκφορά με τη λ. Ἀχαΐα) περιοχή γύρω από την Όθρυ, που αποτελούσε το νοτιοανατολικό τμήμα τής… …   Dictionary of Greek

  • Πύρρος — I Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Όνομα που έδιναν στον Νεοπτόλεμο, γιο του Αχιλλέα. 2. Βασιλιάς στην Ήλιδα, που είχε διαδεχτεί στον θρόνο τον αδελφό του Δαμοφώντα. Tην εποχή του, το 580 π.Χ., η Πίσα, στην οποία βασίλευε, ήταν… …   Dictionary of Greek

  • κράντωρ — (3oς αι. π.Χ.). Φιλόσοφος από τους Σόλους της Κύπρου. Μαθητής του Ξενοκράτη στην Ακαδημία, είναι ο πρώτος γνωστός υπομνηματιστής του Τιμαίου του Πλάτωνα. Από τα έργα του, αξιόλογη ήταν μια μικρή πραγματεία Περί πένθους –τη θαύμασε ο στωικός… …   Dictionary of Greek

  • πύρρα — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Επιμηθέα και της Πανδώρας, σύζυγος του Δευκαλίωνα, μητέρα του Έλληνα, του Άμφικτίονα και της Πρωτογένειας. 2. Κόρη του Κρέοντα, βασιλιά της Θήβας, και αδελφή της Ηνιόχης. 3. Άλλη ονομασία της Δηιδάμειας,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»