-
1 Σκυλλα
эп. тж. Σκύλλη ἥ Скилла1) дочь Кратаида, шестиголовое лающее чудовище, обитавшее в приморской скале против другого чудовища, Харибды, и пожиравшее проплывавших мимо мореходов Hom., Aesch., Eur., Xen.2) дочь мегарского царя Ниса предавшая отца из любви к Миносу, но самим Миносом брошенная за это в море Luc. -
2 Από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη
• Между Сциллой и Харибдой• Между двух огнейИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη
-
3 Σκυλλη
-
4 ετερωθι
adv.1) с другой стороны(ἔνθεν μὲν Σκύλλα, ἑ. δὲ Χάρυβδις Hom.)
2) в другом месте (лат. alibi)(ἑ. που τοῦ σώματος Arst.)
ἀπὰνευθε νεῶν ἑ. Hom. — вдали от кораблей;ἑ. τοῦ λόγου Her. — в другой части (моего) повествования;οὐδαμόθι ἑ. Her. — нигде больше3) в другой раз(τότε μὲν ταῦτα ἐξεργάσατο, ἑ. δὲ … Her.)
4) по другую сторону(ἑστηκέναι Plut.)
См. также в других словарях:
Σκύλλα — Σκύλλᾱ , Σκύλλα fem nom/voc/acc dual Σκύλλα fem nom/voc sg Σκύλλᾱ , Σκύλλα fem nom/voc/acc dual Σκύλλᾱ , Σκύλλα fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σκύλλα — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θαλάσσιο τέρας, κόρη του θαλάσσιο θεού Φόρκια και της Εκάτης. Κατά μια εκδοχή ήταν μια πολύ ωραία κόρη, που την ερωτεύτηκε ο Ποσειδών. Η αντίζηλος της Αμφιτρίτη τη μεταμόρφωσε με μαγικά βοτάνια σε τέρας, που άρπαζε… … Dictionary of Greek
σκύλλα — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θαλάσσιο τέρας, κόρη του θαλάσσιο θεού Φόρκια και της Εκάτης. Κατά μια εκδοχή ήταν μια πολύ ωραία κόρη, που την ερωτεύτηκε ο Ποσειδών. Η αντίζηλος της Αμφιτρίτη τη μεταμόρφωσε με μαγικά βοτάνια σε τέρας, που άρπαζε… … Dictionary of Greek
Σκύλλα — η 1. μυθολογικό τέρας της θάλασσας. 2. «Απ τη Σκύλλα στη Χάρυβδη», από το ένα κακό στο χειρότερο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Σκύλλας — Σκύλλᾱς , Σκύλλα fem acc pl Σκύλλᾱς , Σκύλλα fem gen sg (doric aeolic) Σκύλλᾱς , Σκύλλα fem acc pl Σκύλλᾱς , Σκύλλα fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σκύλλαν — Σκύλλα fem acc sg Σκύλλᾱν , Σκύλλα fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σκύλλης — Σκύλλα fem gen sg (attic epic ionic) Σκύλλα fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σκύλλῃ — Σκύλλα fem dat sg (attic epic ionic) Σκύλλα fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σκύλλη — Σκύλλα fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Σκύλλην — Σκύλλα fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… … Deutsch Wikipedia