Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

Σειρήνειος

См. также в других словарях:

  • σειρήνειος — και σειρήνιος, ον, Α [σειρήν, ῆνος] 1. ο όμοιος με σειρήνα 2. μτφ. θελκτικός, γοητευτικός («σειρήνιοι μελῳδίαι», ΠΔ) …   Dictionary of Greek

  • Σειρήνειον — Σειρήνειος Siren like masc/fem acc sg Σειρήνειος Siren like neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σειρηνείου — Σειρήνειος Siren like masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σειρηνείων — Σειρήνειος Siren like masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σειρήνεια — Σειρήνειος Siren like neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»