Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

Πυθιονίκης

См. также в других словарях:

  • Πυθιονίκης — Πυθιονίκη conqueror in the Pythian games fem gen sg (attic epic ionic) Πῡθῑονίκης , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυθιονίκης — πῡθῑονίκης , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυθιονίκης — ο, ΝΑ, δωρ. τ. πυθιονίκας, θηλ. πυθιονίκη και πυθονίκη, Α (το αρσ.) νικητής τών πυθικών αγώνων αρχ. 1. (το θηλ. ως κύριο όν.) ἡ Πυθιονίκη α) περιβόητη εταίρα αγαπημένη τού Αρπάλου, φίλου και θησαυροφύλακα τού Μεγάλου Αλεξάνδρου β) προσωνυμία τής… …   Dictionary of Greek

  • πυθιονίκης — ο ο νικητής σε αγώνα των Πυθίων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Πυθιονίκαν — Πυθιονίκᾱν , Πυθιονίκη conqueror in the Pythian games fem acc sg (doric aeolic) Πῡθῑονίκᾱν , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc acc sg (epic doric aeolic) Πῡθῑονίκαν , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυθιονίκαν — πῡθῑονίκᾱν , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc acc sg (epic doric aeolic) πῡθῑονίκαν , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πυθιονίκας — Πυθιονίκᾱς , Πυθιονίκη conqueror in the Pythian games fem acc pl Πυθιονίκᾱς , Πυθιονίκη conqueror in the Pythian games fem gen sg (doric aeolic) Πῡθῑονίκᾱς , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc acc pl Πῡθῑονίκᾱς , Πυθιονίκης… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυθιονίκας — πῡθῑονίκᾱς , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc acc pl πῡθῑονίκᾱς , Πυθιονίκης conqueror in the Pythian games masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλλίας — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Ιερέας των Ελευσίνιων μυστηρίων (6ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Φαινίππου και πατέρας του Ιππονίκου. Καταγόταν από μία από τις πιο αριστοκρατικές αθηναϊκές οικογένειες, η οποία κατείχε με κληρονομικό… …   Dictionary of Greek

  • καλλιάς — Όνομα ιστορικών προσώπων της αρχαιότητας. 1. Ιερέας των Ελευσίνιων μυστηρίων (6ος αι. π.Χ.). Ήταν γιος του Φαινίππου και πατέρας του Ιππονίκου. Καταγόταν από μία από τις πιο αριστοκρατικές αθηναϊκές οικογένειες, η οποία κατείχε με κληρονομικό… …   Dictionary of Greek

  • νίκη — I Μυθολογική θεότητα. Ήταν η προσωποποίηση της ιδέας της νίκης, κόρη του γίγαντα Πάλλαντα και της Στυγός, που την πήγε στο Δία για να τον βοηθήσει στον αγώνα του εναντίον των Τιτάνων. Από τότε έμεινε για πάντα στον Όλυμπο με τον Δία. Η Ν. δεν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»