Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Λάρτιος

См. также в других словарях:

  • λάρτιος — λάρτιος, ία, ον (Α) [λάρτος] φρ. α) «λάρτιος λίθος» ή «λαρτία πέτρα» είδος σκληρού λίθου τής Ρόδου β) «λαρτία στάλα» στήλη κατασκευασμένη από τέτοιο λίθο …   Dictionary of Greek

  • Λαρτίου — Λάρτιος ant masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαρτίου — λάρτιος ant masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λάρτος — λάρτος, ὁ (Α) ο λάρτιος λίθος …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»