Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

Κρῆσσα

См. также в других словарях:

  • Κρήσσα — Ονομασία τριών αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Θράκης, που βρισκόταν στον Ελλήσποντο. 2. Πόλη στη Δωρίδα της Καρίας. 3. Πόλη της Παφλαγονίας, που ιδρύθηκε τον 3o αι. π.Χ. από τον Μηριώνη. * * * Κρῆσσα, ἡ (Α) θηλ. τού Κρης* …   Dictionary of Greek

  • Κρῆσσα — Κρής fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κρήσσας — Κρήσσᾱς , Κρής fem acc pl Κρήσσᾱς , Κρής fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κρης — Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Δία και της νύμφης Ιδαίας, ήταν ήρωας της Κρήτης καθώς και ο πρώτος ιθαγενής βασιλιάς της. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Κ. θέσπισε στην προμινωική φάση το δίκαιο του πληθυσμού των Ετεοκρητών. Άλλη παράδοση αναφέρει ότι… …   Dictionary of Greek

  • Kressa — (griechisch Κρῆσσα, lateinisch Cressa) ist in der antiken Geographie: Kressa (Paphlagonien), eine Stadt in Paphlagonien Kressa (Hellespont), eine Stadt am Hellespont, auf der heutigen Halbinsel Gallipoli Kressa (Karien), eine Bucht an der… …   Deutsch Wikipedia

  • Καρύδης, Σοφοκλής — (19ος αι.). Ποιητής και δημοσιογράφος. Έγραψε ποιήματα, δράματα, κωμωδίες και ηθογραφίες: Τα τέκνα του Δοξαπατρή, Κούτρας και Μικρομέγας, Η ξελογιασμένη μούσα μου, Ρόδα, Όνυχες, Οι τρεις τάφοι, Ο περίπατός μου, Ο Γέρο Δήμος, Τα ορφανά της Κρήτης …   Dictionary of Greek

  • Κονδυλάκης, Ιωάννης — (Βιάννος Κρήτης 1862 – Ηράκλειο 1920). Λογοτέχνης και δημοσιογράφος. Οι γυμνασιακές σπουδές του στην Κρήτη και στην Αθήνα προχώρησαν άτακτα και ανώμαλα. Σε ηλικία 23 ετών, «μυστακοφόρος και σοβαρός», όπως αναφέρει θυμοσοφικά κάπου ο ίδιος, ήταν… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»