-
1 βοῤῥᾶς
-
2 Βορρας
-
3 Βορράς
-
4 Βορρᾶς
-
5 βορράς
-
6 βορρᾶς
-
7 βορρᾶς
βορρᾶς, ᾶ, ὁ (this colloq. form, interchangeable even in class. writers w. βορέας [Kühner-Bl. I 386f; Schwyzer I 274], is predom. in pap [Mayser 252; cp. 221] and LXX; it is found En 32:4; PsSol 11:3; JosAs; GrBar 11:8; ApcEsdr 4:25 p. 28, 29 Tdf.; Jos., Bell. 5, 144; Just., D. 52, 10 [on Zech 2:10], and in ins [OGI 176, 8; 178, 10], and is the only form used by Koine writers like Vett. Val.; cp. B-D-F §34, 3; 45; Rdm. 59; Rob. 254) the north ἀπὸ βορρᾶ on the north Rv 21:13 (ἀπό 2a); ἀπὸ β. καὶ νότου from north and south Lk 13:29 (on the absence of the art. s. B-D-F §253, 5; Rob. 793ff). W. the three other points of the compass 1 Cl 10:4 (Gen 13:14).—B. 872. DELG s.v. βορέας. M-M. -
8 βοῤῥᾶς
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > βοῤῥᾶς
-
9 βορράς
Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > βορράς
-
10 βορράς
-
11 βορρᾶς
север.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > βορρᾶς
-
12 Βορρᾶς
борей, северный ветер -
13 βορράς
[воррас] ουσ α северный ветер, север. -
14 Βορρᾶς
-
15 βορράς
kuzey, yıldızı -
16 βορράς
nord -
17 βορέας,-ου/βορρᾶς,-ᾶ
+ ὁ N 1 15-36-82-29-4=166 Gn 13,14; 28,14; Ex 26,18.35; 37,9 (38,11)north wind Prv 25,23; the north Gn 13,14ἐπὶ (τὸν) βορρᾶν northward Jos 17,9; κατὰ βορρᾶν id. Jos 19,27*2 Chr 14,9 κατὰ βορρᾶν northwards -צפונה for MT צפתה Zephathah; *Ez 23,24 βορρᾶ north -צפון for MT חצן?; *Prv 27,16 βορέας from the north-צפונה for MT צפניה צפן who could keep her safe?; *DnLXX 8,9 βορρᾶν north-צפון for MT צבי glorious countryCf. SHIPP 1979, 161-163; WEVERS 1990 429.435 -
18 βορέας
βορέας, ὁ, bes. bei att. Dichtern, ion. βορέης, zsgzn βορῆς, Her. 2, 101; Hom. βορέης Iliad. 9, 5 Odyss. 19, 200, genit. βορέω Iliad. 14, 395 Odyss. 14, 533, βορέαο Iliad. 5, 524 Odyss. 13, 110, βορέῃ Iliad. 15, 26 Odyss. 5, 331, βορέην Iliad. 23, 208 Odyss. 9, 67; eigtl. att. Form βοῤῥᾶς, ᾶ, Thuc. 6, 2; Plat. Crit. 112 b; der Nordwin d. (eigtl. N. N. O.); die Himmelsgegend, Norden; πρὸς βορέαν τινός, nördlich von, Thuc. 2, 96 u. A.
-
19 ἀῤῥενο-ποιός
ἀῤῥενο-ποιός, die Zeugung von Knaben befördernd, βοῤῥᾶς Ael. H. A. 7, 27.
-
20 ἐπ-αιγίζω
ἐπ-αιγίζω (vgl. αἴξ), darauf losstürzen, andringen; ζέφυρος, οὖρος ἐπαιγίζων, Il. 2, 148 Od. 15, 293, βοῤῥᾶς Alciphr. 3, 42, überall λάβρος dabei, Paul. Sil. 30 (V, 286) von Eros λάβρον ἐπαιγίζων; Opp. von einem Flusse, ἐν πεδίοισι, durch das Gefilde hinbrausen, Cyn. 2, 125, vom Delphin, πόντον ἐπαιγίζει, durchstürmt das Meer, Hal. 2, 583.
- 1
- 2
См. также в других словарях:
βορράς — και βοριάς, ο (AM βορρᾱς, Α και Βορέας, ου, Βορέης και Βορῆς, έω και Βορεύς έως) το ένα από τα τέσσερα κύρια σημεία του ορίζοντα, αυτό που βρίσκεται προς τον Βόρειο Πόλο 2. βόρειος άνεμος. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Ερμηνεύθηκε ως «άνεμος του… … Dictionary of Greek
βορράς — ο ένα από τα σημεία του ορίζοντα: Το καλοκαίρι πολλά αποδημητικά πουλιά ταξιδεύουν προς το βορρά … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Βορρᾶς — Βορέας north wind masc acc pl (attic doric) Βορρᾶ̱ς , Βορέας north wind masc nom sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βορρᾶς — Βορέας north wind masc acc pl (attic doric) βορρᾶ̱ς , Βορέας north wind masc nom sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ελληνικός Βορράς — Εβδομαδιαία εφημερίδα της Θεσσαλονίκης. Εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1936 από τους Πέτρο Λεβαντή, Βασίλη Μεσολογγίτη και Χρήστο Χιωτόπουλο, αλλά η κυκλοφορία της διακόπηκε έπειτα από λίγες εβδομάδες, με την επιβολή της δικτατορίας Μεταξά (4… … Dictionary of Greek
Καναδάς — I Επίσημη ονομασία: Καναδάς Έκταση: 9.970.610 τ. χλμ. Πληθυσμός: 30.007.094 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Οτάβα (827.898 κάτ. το 2001)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Ν με τις ΗΠΑ και στα Δ με την πολιτεία Αλάσκα των ΗΠΑ. Βρέχεται στα Β από… … Dictionary of Greek
άρκτος — Ονομασία που έδωσαν οι αρχαίοι Έλληνες στα νεαρά κορίτσια τα οποία έκαναν κινήσεις ανάλογες με της αρκούδας (άρκτου) στην τελετή της γιορτής των Βραυρωνίων, στην οποία τιμούσαν τη θεά Άρτεμη τη Βραυρωνία. Η τελετή γινόταν στη Βραυρώνα της Αττικής … Dictionary of Greek
ναυσιπλοΐα — Η πρακτική και η τεχνική του πλου. Διακρίνεται σε θαλάσσια ν. και σε ν. κλειστών υδάτων: η πρώτη περιλαμβάνει την ποντοπλοΐα, που εκτείνεται σε όλες τις θάλασσες και τους ωκεανούς, και την ακτοπλοΐα, που περιορίζεται στις κλειστές θάλασσες και… … Dictionary of Greek
Γκάνα — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γκάνα Παλαιότερη ονομασία: Χρυσή Ακτή Έκταση: 238.538 τ. χλμ. Πληθυσμός: 19.361.000 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Άκρα (1.605.500 κάτ. το 2002)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει Δ με την Ακτή Ελεφαντοστού, Β και ΒΔ… … Dictionary of Greek
Germanic substrate hypothesis — The Germanic substrate hypothesis is an attempt to explain the distinctive nature of the Germanic languages within the context of the Indo European language family. It postulates that the elements of the common Germanic vocabulary and syntactical … Wikipedia
Aussprache des Neugriechischen — Die Aussprache des Neugriechischen besteht praktisch unverändert seit etwa dem 10. Jahrhundert. Sie ist relativ einheitlich, aus dem mit dem griechischen Alphabet geschriebenen Text geht die Aussprache bis auf wenige Ausnahmen eindeutig hervor.… … Deutsch Wikipedia