Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

Αἰσάκου

См. также в других словарях:

  • Αἰσάκου — Αἴσακος branch of myrtle masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αἰσάκου — αἴσακος branch of myrtle masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αστεροπή — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Κεβρήνα, ποτάμιου θεού, σύζυγος του Αίσακου, γιου του Πριάμου και της πρώτης συζύγου του Αρίσβης. Όταν πέθανε, τη θρήνησε τόσο ο σύζυγός της, που οι θεοί τον λυπήθηκαν και τον μεταμόρφωσαν σε πουλί. 2.… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»