Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(ψιάδες

См. также в других словарях:

  • ψιάδες — ψιάς drop fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραψιδάζω — Α αμφβλ. λ. στον Ιππώνακτα. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Η λ., κατά μια άποψη, συνδέεται με τον τ. που παραδίδει ο Ησύχ. ψίδες ψιάδες, ψακάδες «σταγόνες»] …   Dictionary of Greek

  • ψίδες — Α (κατά τον Ησύχ.) «ψιάδες, ψακάδες». [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. ψι τού ψιάς «σταγόνα», με επίθημα ίς] …   Dictionary of Greek

  • ψίς — ιδός, ἡ, Α (κατά τον Ησύχ.) «ψίδες ψιάδες, ψεκάδες». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται με τη λ. ψιάς* και εμφανίζει επίθημα ίς] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»