Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(χιονέη

См. также в других словарях:

  • χιονέη — χιόνεος snowy fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χιονέῃ — χιόνεος snowy fem dat sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χιόνεος — έα, ον, ΜΑ, και ιων. τ. θηλ. χιονέη Α όμοιος με χιόνι, χιονάτος, χιονώδης («χιονέα πρόσωπα», Ανθ. Παλ.) αρχ. αυτός που αποτελείται από χιόνι («χιόνεαι νιφάδες», Ανθ. Παλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < χιών, χιόνος + κατάλ. εος (πρβλ. χρύσ εος)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»